Οι εποχές αλλάζουν. Το ίδιο και το Scrambler, καθώς στη δεύτερή του γενιά είναι ελαφρύτερο, καλύτερα εξοπλισμένο και τεχνολογικά πιο προηγμένο από ποτέ για να δυναμώσει ακόμη περισσότερο το ελεύθερο πνεύμα του.
Το πρώτο Ducati Scrambler κύλισε τις ρόδες του το 1962, όμως η μεγάλη επιτυχία ήρθε πολλά χρόνια αργότερα, αρχής γενομένης από το 2015 όπου παρουσιάστηκε η μετενσάρκωσή του με το όνομα Scrambler Icon. Η μοτοσυκλέτα αυτή κατάφερε να δημιουργήσει γρήγορα ένα ξεχωριστό vintage brand για την ιταλική εταιρία, συμβάλλοντας ώστε το όνομα Scrambler να συνδέεται πλέον απευθείας με τη Ducati στη συνείδηση των αναβατών. Μετά από 8 χρόνια και περισσότερες από 100.000 πωλήσεις παγκοσμίως, ήρθε η ώρα για τη δεύτερη γενιά, η οποία δεν βελτιώνεται απλώς αλλά αλλάζει κατά 80%, συνδυάζοντας την φινετσάτη εμφάνιση με τον πλούσιο εξοπλισμό και την τεχνολογία του σήμερα. Μερικές ημέρες αφότου ολοκληρώθηκε η έκθεση μοτοσυκλέτας στο Φάληρο (εκεί είδαμε από κοντά το νέο μοντέλο) βρεθήκαμε αποκλειστικά για την Ελλάδα και στην παγκόσμια παρουσίασή του, ώστε να το οδηγήσουμε στην ηλιόλουστη Βαλένθια της Ισπανίας. Εκεί που οι δρόμοι μπορούν να αναδείξουν τις αρετές αλλά και τα αδύναμα σημεία μιας μοτοσυκλέτας, το Scrambler απέδειξε ότι είναι περισσότερο Ducati από ποτέ και παρακάτω θα δούμε το γιατί.
Εμφάνιση-Ποιότητα κατασκευής
Ένα από τα δυνατά σημεία όλων των Scrambler είναι αναμφίβολα η εμβληματική εμφάνιση και στη νέα γενιά αυτό δεν αλλάζει. Μάλιστα η σχεδίαση όχι απλώς δεν αλλάζει, αλλά κινείται ακριβώς στο ίδιο μοτίβο με πριν, καθιστώντας δύσκολο να αναγνωρίσεις τη νέα μοτοσυκλέτα αν δεν γνωρίζεις τα σημεία κλειδιά στα οποία διαφέρει. Ένα από αυτά είναι ο στρογγυλός προβολέας ο οποίος διαθέτει το χαρακτηριστικό Χ στην εξωτερική του πλευρά για να τονίζεται ακόμη περισσότερο με τον φωτισμό να είναι πλέον full Led. Επανασχεδιασμένα είναι τα αλουμινένια πλαϊνά που θυμίζουν προστατευτικά ψυγείου αλλά και το ρεζερβουάρ το οποίο διαθέτει πλαστικά καλύμματα που αφαιρούνται εύκολα, προσφέροντάς σου τη δυνατότητα να αλλάξεις γρήγορα το χρώμα της μοτοσυκλέτας (σύμφωνα με τους ανθρώπους της Ducati σε περίπου 30 λεπτά).
Κάτι που μοιάζει απόλυτα εφικτό μιας και εκτός από το ρεζερβουάρ τα πλαστικά τμήματα της μοτοσυκλέτας περιορίζονται στα φτερά και στο κάλυμμα του προβολέα. Το Scrambler Icon διατίθεται σε 3 βασικούς χρωματισμούς (κίτρινο, κόκκινο, μαύρο), ενώ η μεγάλη λίστα των αξεσουάρ περιλαμβάνει ακόμη 6 ώστε να μπορείς να το μεταμορφώνεις ανάλογα τις ορέξεις σου. Το customization άλλωστε ήταν ανέκαθεν ένα από τα δυνατά χαρτιά του, όπως βέβαια και η ποιότητα κατασκευής που για ακόμη μια φορά βρίσκεται στα γνωστά υψηλά επίπεδα της Ducati. Αυτό σε μια γυμνή μοτοσυκλέτα έχει ακόμη μεγαλύτερη αξία καθώς τα πάντα βρίσκονται σε κοινή θέα και στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν σε αφήνουν να πάρεις το βλέμμα σου από πάνω τους.
Άνεση-Εργονομία
Το Scrambler απευθύνεται σε όλους και η θέση οδήγησης δεν θα μπορούσε παρά να είναι φιλόξενη. Το τιμόνι είναι ελαφρώς χαμηλότερο και βρίσκεται πιο κοντά στον αναβάτη από την προηγούμενη γενιά, ενώ μικρές διαφορές έχει και η σέλα που πλέον είναι πιο ίσια, στενότερη στο εμπρός μέρος και χαμηλότερη κατά 3 χιλ. (795 χιλ. από το έδαφος), επιτρέποντας σε αναβάτες κάθε αναστήματος να στηρίζονται και στα δύο τους πόδια όταν σταματούν. Οι χειρολαβές για τον συνεπιβάτη ¨κρύβονται¨ και πάλι ώστε να μην αλλοιώνουν τη σχεδίαση της μοτοσυκλέτας ενώ, όπως και στην προηγούμενη γενιά, κάτω από τη σέλα υπάρχει θύρα USB για τη φόρτιση ηλεκτρονικών συσκευών.
Αυτό που δεν είχε η προηγούμενη γενιά είναι η TFT οθόνη 4,3΄΄ της οποίας το μέγεθος είναι τόσο όσο, ώστε να μην προεξέχει αντιαισθητικά αλλά παράλληλα να είναι ευανάγνωστη σε όλες τις συνθήκες, παρέχοντας κάθε πληροφορία με όμορφα γραφικά αλλά και δυνατότητα σύνδεσης (προαιρετικά) με κινητό τηλέφωνο μέσω του Ducati Multimedia System. Ακόμη και η σχεδίαση του πλαισίου της είναι προσεγμένη ώστε να ταιριάζει με το μεγάλο στροφόμετρο. Το μενού είναι αρκετά εύχρηστο και η περιήγηση σε αυτό γίνεται μέσω των ποιοτικών διακοπτών στην αριστερά πλευρά του τιμονιού που λειτουργούν όπως και στα μεγαλύτερα Ducati, ενώ το σηματάκι Scrambler στη βάση του τιμονιού είναι μια πινελιά που δείχνει ότι η προσοχή στη λεπτομέρεια ήταν βασικός παράγοντας στη σχεδίαση του νέου μοντέλου.
Κινητήρας
Γνωστός και ήδη επιτυχημένος, ο αεροελαιόψυκτος δικύλινδρος κινητήρας L-twin 803 κ.εκ. κινεί και το νέο μοντέλο, αποδίδοντας 73 ίππους στις 8.250 σ.α.λ. και 6.6 χλγμ. ροπής στις 7.000 σ.α.λ. έχοντας όμως κάνει δίαιτα 2,5 κιλών. Τα πλαστικά καλύμματα είναι πλέον ελαφρύτερα (-400 γρ.) ενώ επίσης ελαφρύτερος και πιο μαζεμένος σε διαστάσεις είναι ο συμπλέκτης ο οποίος προέρχεται από το Monster και διαθέτει 8 δίσκους και υδραυλική ενεργοποίηση για ελαφριά αίσθηση στη μανέτα, με το τύμπανο για τις αλλαγές ταχυτήτων να εδράζεται σε ρουλεμάν. Νέα είναι και η σχεδίαση της εξάτμισης, με τον λαιμό του πίσω κυλίνδρου να κατεβαίνει απευθείας στον καταλύτη χωρίς να περνά δίπλα από το πόδι του αναβάτη, δίνοντας έτσι και άμεση πρόσβαση στο φίλτρο λαδιού.
Οι μεγάλες αλλαγές όμως στον τομέα του κινητήρα αφορούν τη διαχείριση, αφού πλέον συναντάμε ηλεκτρονικό γκάζι ride by wire, κάτι που έδωσε τη δυνατότητα για δύο riding modes (Road, Sport) με διαφορετική απόκριση στο γκάζι αλλά και για ηλεκτρονικά βοηθήματα όπως το traction control (4 επιπέδων με δυνατότητα απενεργοποίησης) που έλειπε από την προηγούμενη γενιά. Επιπλέον, τώρα υπάρχει και η δυνατότητα για τοποθέτηση quickshifter το οποίο είναι στάνταρ στην έκδοση Full Throttle.
Πλαίσιο-Αναρτήσεις-Φρένα
Το πλαίσιο από ατσάλινο χωροδικτύωμα έχει ελαφρώς πιο γρήγορη γεωμετρία για μεγαλύτερη ευελιξία, καθώς και διαφορετικό σημείο έδρασης του αμορτισέρ μιας και αυτό πλέον δεν βρίσκεται αριστερά στην άκρη, αλλά πιο κοντά στο κέντρο της μοτοσυκλέτας. Ανασχεδιασμένο είναι φυσικά και το ψαλίδι, ενώ αλλαγές συναντάμε και στο υποπλαίσιο το οποίο είναι πλέον αφαιρούμενο παρέχοντας αυξημένες δυνατότητες παραμετροποίησης μιας και το Scrambler είναι μια άριστη πλατφόρμα για εκτεταμένο customizing. Μαζί με τη δίαιτα του κινητήρα, το νέο Scrambler έχασε 4 ολόκληρα κιλά, σταματώντας τη ζυγαριά στα 185 κιλά με πλήρη υγρά.
Στον τομέα των αναρτήσεων η μοτοσυκλέτα εξοπλίζεται από την KYB με ανεστραμμένο πιρούνι 41 χιλ. και αμορτισέρ με ρύθμιση μόνο για την προφόρτιση, αμφότερα με διαδρομή 150 χιλ. ενώ την πέδηση αναλαμβάνουν ένας δίσκος 330 χιλ. μπροστά, ο οποίος συνεργάζεται με τετραπίστονη ακτινική δαγκάνα και ακτινική τρόμπα της Brembo και ένας δίσκος 245 χιλ. με μονοπίστονη δαγκάνα πίσω. Το ABS προέρχεται από την Bosch και διαθέτει λειτουργία cornering, ενώ οι τροχοί έχουν νέα σχεδίαση και τυλίγονται με τα ελαστικά της Pirelli MT 60 RS σε διαστάσεις 110/80 R18 και 180/55 R17 εμπρός και πίσω αντίστοιχα.
Οδηγώντας
Η οδήγηση του νέου Scrambler στην πανέμορφη Βαλένθια ξεκίνησε από την πόλη, ένα περιβάλλον στο οποίο αναμένεται να περάσει μεγάλο μέρος της ζωής του, μιας και τα καταφέρνει περίφημα, όντας ευκολοδήγητο και ελαφρύ σε κάθε χειρισμό. Το βλέπεις, το καβαλάς και έφυγες! Δεν χρειάζεται καμία περίοδο εξοικείωσης, δεν πρόκειται να δυσκολέψει ποτέ τον αναβάτη του, ανεξάρτητα αν είναι αρχάριος και παρότι αυτό το χαρακτηριστικό ήταν ήδη γνώριμο για το Scrambler, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούσε να βελτιωθεί.
Το ηλεκτρονικό γκάζι ήρθε με τον καλύτερο τρόπο, προσφέροντας πιο γλυκιά απόκριση από την προηγούμενη γενιά στο αρχικό άνοιγμα -ειδικά με επιλεγμένο το Road Mode- και σε συνδυασμό με τον ελαφρύτερο υδραυλικό συμπλέκτη δίνει αρκετούς πόντους στον τομέα της καθημερινής μετακίνησης και στο συνεχές σταμάτα-ξεκίνα. Το μόνο που ίσως σε ενοχλήσει τους καλοκαιρινούς μήνες είναι η ζέστη από την εξάτμιση στο πόδι σου, η οποία όμως είναι μειωμένη, αφού όπως προαναφέραμε ο λαιμός του πίσω κυλίνδρου κατεβαίνει πλέον απευθείας στον καταλύτη. Ο δικύλινδρος κινητήρας δεν διαμαρτύρεται με έντονα σκορτσαρίσματα παρά μόνο αν το επιδιώξεις ενώ παράλληλα είναι αρκετά ελαστικός ώστε να μπορείς να ανοίγεις το γκάζι ανά πάσα στιγμή χωρίς να κατεβάσεις ταχύτητα (οι αλλαγές γίνονται πιο γλυκά από την προηγούμενη γενιά), εκμεταλλευόμενος τη δικύλινδρη φύση του. Τότε θα καταλάβεις ότι οι 73 ίπποι επαρκούν και με το παραπάνω για να ευχαριστηθείς οδήγηση, είτε βολτάρεις στο αστικό περιβάλλον, είτε κινείσαι στον αυτοκινητόδρομο διατηρώντας με άνεση ταχύτητες ταξιδίου κοντά στα 140 χλμ/ώρα, είτε βρίσκεσαι σε δρόμο με στροφές, όπου το Scrambler δείχνει ξεκάθαρα πως είναι Ducati.
Η αλλαγή στο Sport mode κάνει την απόκριση στο γκάζι πιο άμεση όχι όμως απότομη, με τη μοτοσυκλέτα να αποδεικνύει ότι έχει ψυχή για να κινηθείς σε γρήγορους ή ακόμη και σε έντονους σπορ ρυθμούς, εκμεταλλευόμενος το στιβαρό πλαίσιο και τις αναρτήσεις οι οποίες ισορροπούν μεταξύ άνεσης και απόδοσης. Λίγο σφικτές στις πιο έντονες κακοτεχνίες (τουλάχιστον όσες μπορέσαμε να βρούμε στην αψεγάδιαστη ισπανική άσφαλτο, ευτυχώς σε κάποια σημεία υπήρχαν σαμαράκια για να ελαττώνεις ταχύτητα) και λίγο μαλακές όταν πιέζεις πολύ παραπάνω από τα όρια της κατηγορίας, κάτι που δεν θα αναφέραμε καν αν το στήσιμο του Scrambler δεν σε ωθούσε να τα παραβείς…
Το ορεινό κομμάτι της περιοχής ήταν το καλύτερο μέρος για να απολαύσουμε τη γρήγορη γεωμετρία της μοτοσυκλέτας που χάριζε αέρινες αλλαγές κατεύθυνσης, αλλά και τη σταθερότητα που μας έδινε εμπιστοσύνη για να ξύνουμε τα μαρσπιέ σε κάθε στροφή ξεχνώντας ότι οδηγούμε Scrambler και όχι Hypermotard. Τα ελαστικά της Pirelli αντεπεξέρχονται άριστα στον ρόλο τους, καθώς μόνο λίγα σημεία μας επέτρεψαν να ¨σπάσουμε¨ την πρόσφυση του πίσω τροχού για να δοκιμάσουμε το traction control και τότε απλώς επιβεβαιώσαμε αυτό που περιμέναμε. Όπως σε κάθε Ducati έτσι και στο Scrambler το traction control λειτουργεί εξαιρετικά σύμφωνα με το επίπεδο που έχεις επιλέξει, θυμίζοντας πολύ ακριβότερες κατασκευές και επιτρέποντάς σου να ανοίγεις άφοβα το γκάζι χωρίς να σε κόβει άτσαλα. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και τα φρένα της Brembo, έχοντας σωστή αίσθηση αλλά και δύναμη που υπερκαλύπτει τις ανάγκες της κατηγορίας. Οι δυνατότητες του νέου Scrambler είναι περισσότερες από πότε, όμως αυτό που σου μένει στο τέλος της ημέρας δεν είναι ούτε η ευκολία στην αστική μετακίνηση, ούτε η συμπεριφορά του στη γρήγορη οδήγηση. Είναι ο τρόπος που έχει να σε κάνει να νιώθεις ελεύθερος ακόμη και σε μια βόλτα μερικών χιλιομέτρων μαζί του.
Η άποψη μας
Η Ducati έκανε ακριβώς αυτό που χρειαζόταν καθώς το Scrambler εκσυγχρονίστηκε και έγινε καλύτερο σε όλους τους τομείς. Παράλληλα όμως διατήρησε αναλλοίωτο τον χαρακτήρα του μοντέλου, δίνοντας την ευκαιρία σε κάθε αναβάτη να μπει στον κόσμο της Ducati με ξεχωριστό στιλ χωρίς να ζηλεύει τα καλούδια των ακριβότερων μοντέλων.
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Κινητήρας | |
---|---|
Τύπος | 4Τ, V2 90o, Α/Ψ |
Κυβισμός (κ.εκ.) | 803 |
Διάμετρος Χ Διαδρομή (χλστ.) | 88 Χ 66 |
Συμπίεση (:1) | 11 |
Ισχύς (ίπποι/σ.α.λ.) | 73/8.250 |
Ροπή (kgm/σ.α.λ.) | 6,6/7.000 |
Τροφοδοσία | Ηλ. Ψεκασμός |
Χωρητικότητα Ρεζερβουάρ (λίτρα) | 13.5 |
Κατανάλωση (Μέση λτ./100 χλμ.) | Δ.Α. |
Πλαίσιο – Αναρτήσεις – Φρένα | |
Τύπος | Ατσάλινο χωροδικτύωμα |
Αναρτήσεις Ε / Ρυθμίσεις | USD 41 χιλ. Kayaba |
Διαδρομή (χλστ.) | 150 |
Αναρτήσεις Π / Ρυθμίσεις | Αμορτισέρ Kayaba, Π. |
Διαδρομή (χλστ.) | 150 |
Φρένα Ε (χλστ.) | Δ/330, 4Ε, ABS |
Φρένα Π (χλστ.) | Δ/245, 1Ε, ABS |
Τροχοί – Ελαστικά | |
Ελαστικό Ε | 110/80-18 |
Ελαστικό Π | 180/55-17 |
Διαστάσεις / Βάρος | |
Μήκος (χλστ.) | Δ.Α |
Πλάτος (χλστ.) | Δ.Α |
Μεταξόνιο (χλστ.) | 1,449 |
΄Ύψος σέλας (χλστ.) | 795 |
Βάρος (κιλά) | 185 (πλήρης υγρών) |
Εξοπλισμός | |
ABS / Ρυθμ. | Ν/O |
Τraction Control / Ρυθμ. | Ν/Ν |
Στροφόμετρο | Ν |
Immobilizer | Ν |
Yπολογιστής ταξιδιού | N |
Μερικός χιλιομετρητής | Ν |
Ένδειξη βενζίνης | N |
Δείκτης θερμοκρασίας | Ν |
Θερμοκρασία περιβάλλοντος | Ν |
Ζελατίνα / Ρυθμ. | Ο/Ο |
Ρυθμιζόμενες μανέτες Σ/Φ | Ν/Ν |
Πλάγιο σταντ | Ν |
Κεντρικό σταντ | Ο |
Χειρολαβές / Σχάρα | N/Ο |
Ρυθμιζόμενες αναρτήσεις Ε/Π | O/Ν |
Πηγή: mototriti.gr