Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, η «συνταγή» με την κομψή ευρωπαϊκή σχεδίαση και τους αμερικάνικους V8, ήταν σίγουρη για δημιουργία εντυπώσεων και τα πέντε μοντέλα που έχουμε εδώ, το αποδεικνύουν.
Οι εταιρείες που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στο κόστος εξέλιξης ή αγοράς από ευρωπαίο κατασκευαστή ενός V8, στρεφόντουσαν στην «αμερικάνικη βοήθεια».
Άλλωστε, οι ευρωπαϊκές μάρκες που μπορούσαν να έχουν δικούς τους V8, ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού για την εποχή που μιλάμε.
Έτσι, οι αμερικάνικης προέλευσης V8, ήταν μονόδρομος για τους μικρότερης δυναμικότητας κατασκευαστές που είχαν στα σκαριά κάποια μοντέλα επιδόσεων και έψαχναν για κινητήρα να υποστηρίζει το πλάνο. Στη λίστα που ακολουθεί, έχουμε τις πέντε χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις.
De Tomaso Pantera
Το ιταλικής κατασκευής supercar της εποχής, έκανε ντεμπούτο το 1970 με ένα σχέδιο αμαξώματος από την Carozzeria Ghia. Η De Tomaso είχε ήδη μια προσπάθεια που δεν μπορεί να την πει κανείς επιτυχημένη, με το Mangusta, οπότε τα περιθώρια «στένευαν» και έπρεπε να κάνει κάτι πιο αποτελεσματικό για να προσελκύσει αγοραστές.
Η λύση της χρησιμοποίησης ενός κινητήρα από τη Ford, με χωρητικότητα 5,8 λίτρων (αρχικά) και τοποθέτηση πίσω από τα καθίσματα, ήταν η καλύτερη που μπορούσε να εφαρμοστεί. Η απόδοση των 335 ίππων, έδινε στο ελαφρύ Pantera εξαιρετικές επιδόσεις για τα δεδομένα της εποχής.
Jensen FF
Το FF είναι από τα αρχικά των Ferguson Formula και έχουμε μπροστά μας ένα από τα πλέον καινοτόμα αυτοκίνητα της εποχής του. Σχεδιασμένο και κατασκευασμένο στο West Bromwich της Βρετανίας από το 1966 έως το 1971, το Jensen FF ήταν το πρώτο αυτοκίνητο παραγωγής με τετρακίνηση, που διέθετε και σύστημα ABS στα φρένα. Παρά το γεγονός πως σε άλλους τομείς το μοντέλο ήταν καινοτόμο, σε ότι αφορά τον κινητήρα, η επιλογή του V8 από τη γκάμα της Chrysler, ήταν μάλλον ατυχής.
Οι 335 ίπποι του κινητήρα, σε συνδυασμό με την τετρακίνηση έδιναν εκπληκτικές επιδόσεις στο μοντέλο, που άφηνε πίσω του τον κραταιό ιταλικό ανταγωνισμό αλλά προφανώς αυτό δεν ήταν αρκετό για να σημειώσει μια εμπορική επιτυχία ανάλογη των προσδοκιών (κατασκευάστηκαν μόλις 320 αυτοκίνητα). Βλέπετε η πολυπλοκότητα της τετρακίνησης, περιόριζε την κατασκευή σε μόνο δεξιοτίμονα αυτοκίνητα, οπότε και ήταν απαγορευτική η διάθεσή του εκτός Βρετανικής αγοράς.
Monteverdi Hai 450
Ο Peter Monteverdi ήταν ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας που έκανε εισαγωγές μοντέλων των Ferrari, Rolls–Royce και Bentley στην Ελβετία απ’ όπου καταγόταν. Ο αστικός θρύλος τον θέλει να προχωρά στην κατασκευή του δικού του αυτοκινήτου, μετά από τσακωμό με τον Enzo Ferrari (σας θυμίζει κάτι;). Από το 1963 που ξεκίνησε την εξέλιξη, το τελικό προϊόν με το όνομα Hai (που στα γερμανικά σημαίνει Καρχαρίας) παρουσιάστηκε στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης το 1970.
Το μοντέλο της Monteverdi χρησιμοποιούσε έναν Hemi 426 με απόδοση 450 ίππων που ήταν αρκετοί -σύμφωνα με την εταιρεία- για επιτάχυνση σε 4,8 δευτερόλεπτα, από στάση μέχρι τα 100 χλμ./ώρα. Η τελική ταχύτητα του Monteverdi Hai ήταν εξωφρενική για την εποχή, καθώς έφτανε τα 300 χλμ./ώρα. Οι επιδόσεις αυτές δεν αποδείχτηκαν ποτέ στην πράξη και έτσι απομακρύνθηκαν οι ενδιαφερόμενοι, αφήνοντας τον Monteverdi με δύο μόνο αυτοκίνητα.
AC Frua
Με το πλαίσιο του θρυλικού Cobra, η AC θέλησε να προσφέρει ένα ακόμα μοντέλο το 1965. Με τις σχετικές επεμβάσεις για την «επιμήκυνση», το Frua (γνωστό και ως 428) προσφέρθηκε με αμάξωμα cabriο αλλά και coupe. Η σχεδίαση και η κατασκευή, ήταν από την Carozzeria Frua, στην οποία πιστώνεται και η αισθητική της Maserati Mistral. Το μοντέλο της AC έμεινε στην παραγωγή μέχρι το 1973.
Ο κινητήρας που τροφοδοτούσε τη διάθεση για κορυφαίες επιδόσεις, ήταν της Ford και είχε χωρητικότητα… 7,0 λίτρων! Η απόδοση έφτανε τους 350 ίππους, ενώ υπήρξαν και κάποια μοντέλα με 390 ίππους. Το AC Frua έπεσε κι αυτό θύμα του υψηλού κόστους κατασκευής και παρά τις επιδόσεις που έφερναν σε δύσκολη θέση τα μοντέλα των Ferrari και Lamborghini, η AC κατάφερε να πουλήσει μόλις 81 αυτοκίνητα.
Bizzarrini 5300 GT
Ο μηχανικός Giotto Bizzarrini ήταν μια τεράστια μορφή, που άνηκε στο δυναμικό της Ferrari και ειδικότερα στην αγωνιστική της ομάδα, έως το 1961. Ύστερα από μια μεγάλη πορεία, έδωσε -επί πληρωμή- πολλή από την τεχνογνωσία του σε διάφορες εταιρείες, μέχρι που αποφάσισε πως πρέπει να κατασκευάσει το «δικό του» αυτοκίνητο. Έτσι προέκυψε το 5300 GT, με το χαμηλό αμάξωμα που αποπνέει δυναμισμό και «θυμίζει» κάτι από Ferrari 250 GTO.
Το μοντέλο ήταν διαθέσιμο τόσο σε αγωνιστικές εκδόσεις, όσο και σε «πολιτικές» για χρήση σε δημόσιους δρόμους, τροφοδοτούμενο από τον θρυλικό V8 της Chevrolet στη «μικρή» του εκδοχή με τη χωρητικότητα των 5,4 λίτρων. Η απόδοση ήταν για τις εκδόσεις δρόμου 370 ίπποι και για τις αγωνιστικές, 405. Από το 1964 μέχρι το 1968, η εταιρεία κατασκεύασε μόλις 133 αυτοκίνητα.
Πηγή: newsauto.gr