Κάθε φορά που το Tuono ανανεώνεται, αναρωτιέσαι αν το γυμνό superbike μπορεί να γίνει καλύτερο. Όταν λοιπόν βλέπεις στην πράξη ότι βελτιώνεται ακόμη περισσότερο, δεν γίνεται παρά να το ερωτευτείς παράφορα
Τιμή
Tuono V4: 17.490 ευρώ
Tuono V4 Factory: 20.090 ευρώ
Δεν έχει καμία απολύτως σημασία ποια έκδοση οδηγείς παρότι πλέον διαφέρουν περισσότερο από ποτέ. Είτε βολτάρεις μαζί του στο δρόμο, είτε λιώνεις στην πίστα εκμεταλλευόμενος το κορυφαίο πλαίσιο, τον V4 κινητήρα και τα εξαιρετικά ηλεκτρονικά, το Tuono έχει ό,τι χρειάζεται για να σε ξελογιάσει και πάλι.
Για να μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι συνεχώς στην κορυφή χρειάζονται δύο πράγματα. Πρώτον να έχει ξεκινήσει από μια σωστή βάση και δεύτερον να εξελίσσεται μέχρι να αγγίξει το τέλειο σε όλους τους τομείς. Αυτό ίσως να ακούγεται ουτοπικό, στην περίπτωση του Aprilia Tuono V4 όμως είναι απλώς υπερβολικό, μιας και η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα θα μπορούσε χωρίς καμία αλλαγή να συνεχίσει να βρίσκεται στην κορυφή της κατηγορίας της. Όπως βέβαια όλα δείχνουν, η λέξη τελειότητα έχει διαφορετική βαρύτητα για την Aprilia. Μόνο έτσι εξηγείται η ανανέωση του Tuono που, δύο χρόνια μετά την τελευταία του σημαντική αναβάθμιση με τις ημιενεργητικές αναρτήσεις, μπαίνει στην εποχή Euro 5 έχοντας νέα εμφάνιση, ραφιναρισμένα ηλεκτρονικά και διακριτικές επεμβάσεις στα μηχανικά του μέρη ώστε να μπορεί να διεκδικεί τον τίτλο του καλύτερου γυμνού όλων των εποχών, ακόμη και τώρα, που ο σκληρός ανταγωνισμός το αμφισβητεί πιο έντονα από ποτέ.
Αυτή τη φορά η ανανέωση ήταν λίγο διαφορετική, αφού η ιταλική εταιρία δεν στάθηκε μόνο στις απόλυτες επιδόσεις. Θέλοντας να καλύψει ακόμη μεγαλύτερο εύρος αναβατών και τις διαφορετικές ανάγκες που μπορεί αυτοί να έχουν, έδωσε πιο τουριστικό χαρακτήρα από ό,τι έχουμε συνηθίσει στη βασική έκδοση, αφήνοντας το Factory να τιμά το αγωνιστικό προφίλ της εταιρίας στις πίστες και φυσικά το σλόγκαν be a racer. Be a racer ή be ο πιο γρήγορος τουρίστας; Μόνο ένας τρόπος υπήρχε για να μάθουμε και αυτός δεν ήταν άλλος από το να τα οδηγήσουμε και τα δύο.
Εμφάνιση – Ποιότητα Κατασκευής
Superbike χωρίς τα πλαστικά του
Από το 2002 μέχρι σήμερα, όταν ακούς το όνομα Τuono, το μυαλό σου πηγαίνει κατευθείαν σε ένα superbike χωρίς φέρινγκ και κλιπ-όν. Η βασική φιλοσοφία δεν άλλαξε, όμως πλέον η μοτοσυκλέτα διαφέρει αρκετά από την προηγούμενη γενιά, ειδικά στο πιο συμμετρικό πλέον εμπρός μέρος. Ο χαρακτηριστικός τριπλός προβολέας έγινε πιο επιθετικός και είναι επιτέλους LED (με DRL και φώτα στροφής) ενώ συνεχίζει να βρίσκεται στο επίκεντρο του μπροστινού φέρινγκ. Η Aprilia σε αντίθεση με τους ανταγωνιστές της συνεχίζει να χρησιμοποιεί μικρό φέρινγκ στη γυμνή της μοτοσυκλέτα, καθώς με αυτό δεν παρέχει μόνο περισσότερη προστασία στον αναβάτη αλλά ¨γλιτώνει¨ και αρκετά γραμμάρια από το μπροστινό μέρος αφού στηρίζεται στο πλαίσιο. Όπως όλα τα νέα σπορ μοντέλα της εταιρίας έτσι και το μεγάλο Tuono υιοθετεί τη σχεδίαση δύο επίπεδων με τα ενσωματωμένα αεροδυναμικά φτερά, η οποία βελτιώνει τη σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες και ταυτόχρονα συμβάλλει ώστε να αποβάλλεται η θερμότητα από τον κινητήρα.
Ποιότητα κατασκευής: Καλύπτει τα standard μιας ναυαρχίδας
Νέο και στενότερο είναι το ρεζερβουάρ, ενώ από τη μέση και πίσω οι ομοιότητες με το RSV4 είναι έκδηλες όπως σε κάθε γενιά. Το αρχικό σχέδιο των Ιταλών με τη μικροσκοπική ουρά ήταν αρκετά μπροστά από την εποχή του όταν παρουσιάστηκε και τώρα εκσυγχρονίστηκε όντας ακόμη πιο επιθετικό. Η έκδοση Factory δείχνει φυσικά αρκετά πιο σπορ μιας και στη θέση της σέλας βρίσκεται το μονόσελο κάλυμμα το οποίο όμως μπορεί να τοποθετηθεί και στη βασική έκδοση. Όσον αφορά στην ποιότητα κατασκευής, το νέο Tuono καλύπτει όλα τα στάνταρ που περιμένεις από μια ναυαρχίδα, αν και θα θέλαμε τουλάχιστον η Factory έκδοση να έχει τα ανθρακονημάτινα τμήματα της προηγούμενης γενιάς.
Άνεση – Εργονομία
Ευχάριστη έκπληξη στην εργονομία!
Σαν γνήσιο γυμνό superbike, το Tuono δεν φημιζόταν για τις παραχωρήσεις υπέρ της άνεσης, τώρα όμως η Aprilia αποφάσισε να κάνει τη θέση οδήγησης πιο φιλική για όλους, ειδικά στη βασική έκδοση. Έτσι εκτός από τη μακρύτερη σέλα με την οποία εφοδιάζεται και η Factory, η βασική έκδοση διαθέτει ψηλότερα τοποθετημένο τιμόνι, φέρνοντας το σώμα σε ελαφρώς πιο όρθια στάση, κάτι που σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη ζελατίνα κάνει την παραμονή σου ακόμη πιο ευχάριστη. Φυσικά συνεχίζεις να κάθεσαι πάνω και όχι μέσα στην μοτοσυκλέτα σε μια επιθετική στάση με τα μαρσπιέ μακριά από το έδαφος, όπως πρέπει δηλαδή για γρήγορη οδήγηση. Πλέον όμως έχεις και καλύτερη στήριξη στα γόνατα χάρη στο ανασχεδιασμένο ρεζερβουάρ.
Τη μεγαλύτερη διαφορά σε σχέση με τις δύο εκδόσεις θα εκτιμήσει ο συνεπιβάτης ο οποίος στη Factory θα είναι απλώς ανεπιθύμητος. Στον αντίποδα, η βασική έκδοση διαθέτει μια κανονικών διαστάσεων σέλα, χαμηλότερα τοποθετημένα μαρσπιέ που δεν λυγίζουν έντονα τα γόνατα, αλλά και μεγάλες χειρολαβές για να αισθάνεται ασφαλής κατά την καταιγιστική επιτάχυνση του Tuono.
Η εξαιρετική οθόνη TFT παραμένει
Ίδια και στις δύο εκδόσεις είναι η νέα TFT οθόνη 5 ιντσών που δεν εντυπωσιάζει μόνο με το μέγεθος αλλά και με την ευκρίνεια της σε όλες τις συνθήκες. Διαθέτει δύο απεικονίσεις (Road – Track) και μέσα από αυτή μπορείς να δεις οποιαδήποτε πληροφορία χρειαστείς αλλά και να επέμβεις στα ηλεκτρονικά βοηθήματα της μοτοσυκλέτας με ένα αρκετά εύκολο στη χρήση μενού. Ανάμεσα στους διακόπτες βρίσκεται και αυτός για το cruise control το οποίο μπορεί να φανεί χρήσιμο όταν (και αν) θέλεις να ξεκουράσεις τον δεξί σου καρπό…
Τις τεχνολογικές λύσεις πρακτικότητας ολοκληρώνει η προαιρετική πλατφόρμα MIA που λειτουργεί σαν συνδετικός κρίκος μεταξύ μοτοσυκλέτας και smartphone, παρέχοντάς σου τη δυνατότητα να διαχειριστείς κλήσεις, μουσική αλλά και το navigation μέσω της οθόνης. Επιπλέον μπορείς να βρεις πληροφορίες σχετικά με τη διαδρομή που ακολούθησες αλλά και τηλεμετρία, κάτι ιδιαίτερα χρήσιμο αν επισκέπτεσαι συχνά την πίστα.
Κινητήρας – Ηλεκτρονικά
Ο γνωστός και άκρως επιτυχημένος τετρακύλινδρος V 65ο 1.077 κυβικών εναρμονίστηκε με τις αυστηρές προδιαγραφές Euro 5, συνεχίζει όμως να αποδίδει 175 ίππους στις 11.350 και 12,3χλγ ροπής στις 9.000 σ.α.λ, στροφάροντας και 300 σ.α.λ υψηλοτέρα (12.800 από 12.500) χάρη στα ανασχεδιασμένα-ελαφρύτερα καπελώτα των βαλβίδων χαρίζοντας ήχο που μόνο με MotoGP μπορεί να συγκριθεί. Συναντάμε φυσικά κιβώτιο τύπου κασέτας που θυμίζει τα αγωνιστικά γονίδια της εταιρίας, με τη βασική έκδοση να διαθέτει μακρύτερη τελική μετάδοση (2 δόντια μικρότερο γρανάζι) για πιο ομαλή παροχή της δύναμης αλλά και χαμηλότερες στροφές σε ρυθμούς ταξιδίου. Σε σχέση με το απερχόμενο μοντέλο ο V4 κινητήρας διαθέτει ανασχεδιασμένο σύστημα εξάτμισης με νέο καταλύτη αλλά και νέα μονάδα διαχείρισης. Η Magneti Marelli 11MP ECU μπορεί να διαχειριστεί πιο περίπλοκους αλγόριθμους, είναι 4 φορές γρηγορότερη και συνεργάζεται με το ηλεκτρονικό γκάζι ride by wire αλλά και με την ανανεωμένη πλατφόρμα ηλεκτρονικών βοηθημάτων APRC.
Και στις δύο εκδόσεις μπορείς να επιλέξεις ανάμεσα σε 6 διαφορετικούς χάρτες (3 για δρόμο και 3 για πίστα) οι οποίοι διαφέρουν ως προς την απόκριση του γκαζιού, το φρένο του κινητήρα αλλά και τη ρύθμιση των ηλεκτρονικών βοηθημάτων. Τα τελευταία συνεργάζονται με την IMU 6 αξόνων MP 9.1 της Bosch και για ακόμη μια φορά εντυπωσιάζουν με την πληρότητά τους: ATC: Aprilia Traction Control 8 επιπέδων ρυθμιζόμενο εν κινήσει (χωρίς να κλείσεις το γκάζι), AWC: Aprilia Wheelie Control 5 επιπέδων ρυθμιζόμενο εν κινήσει (χωρίς να κλείσεις το γκάζι), ΑΕΒ: Aprilia Engine Brake 3 επιπέδων, ALC: Aprilia Launch Control 3 επιπέδων, AQS: Aprilia Quick Shift για ανεβάσματα και κατεβάσματα ταχυτήτων (χωρίς να κλείνεις το γκάζι στα κατεβάσματα), APL: Aprilia Pit Limiter ώστε να κρατάς σταθερή ταχύτητα όταν κινείσαι στο pit lane της πίστας.
Επιδόσεις:
0-50 : 1,7 δλ.
0-100 : 3.2 δλ.
60-120 : 4,3 δλ.
100-0 : 40μ
Πλαίσιο – Αναρτήσεις – Φρένα
Νέο και πολύ πιο άκαμπτο ψαλίδι
Η Aprilia δεν έκανε καμία αλλαγή στο πλαίσιο αυτό καθεαυτό, αφού είναι τόσο καλοσχεδιασμένο που θα μπορούσε να μείνει απαράλλακτο και να συνεχίζει να αποσπά διθυραμβικά σχόλια για πολλά χρόνια ακόμα. Αναζητώντας όμως την τελειότητα, αποφάσισε να αντικαταστήσει το ψαλίδι με ένα νέο, εξίσου εντυπωσιακό στην όψη που θυμίζει ακόμη περισσότερο αγωνιστικές κατασκευές, με την ενίσχυσή του να βρίσκεται πλέον στην κάτω πλευρά. Με αυτό τον τρόπο τα συγκολλημένα τμήματα είναι τρία αντί για επτά, κάτι που βελτιώνει την στρεπτική ακαμψία κατά 48% στο σημείο του άξονα καθώς και την πρόσφυση του πίσω τροχού.
Αναρτήσεις: Εκεί που τα μοντέλα διαφέρουν
Στον τομέα των αναρτήσεων οι δύο εκδόσεις διαφέρουν αρκετά, καθώς η Factory εξοπλίζεται με τις ημιενεργητικές αναρτήσεις Smart EC2 της Ohlins που αποτελούνται από το ανεστραμμένο πιρούνι NIX 43χιλ και το γνωστό αμορτισέρ ΤΤΧ. H Aprilia συνεργάστηκε με την Ohlins για να επιτύχει το ιδανικό Setup, τόσο στην ημιενεργητική λειτουργία η οποία χωρίζεται σε 3 επίπεδα (Α1, A2, Α3 το πρώτο είναι κατάλληλο για την πίστα, το δεύτερο για σπορ ρυθμό και το τρίτο για τον δρόμο) και προσαρμόζεται σύμφωνα με την οδήγηση και το οδόστρωμα (μπορείς να επέμβεις στις ρυθμίσεις), όσο και στη χειροκίνητη λειτουργία, καθώς και σε αυτή ο αναβάτης έχει τη δυνατότητα να επιλέξει τις ρυθμίσεις που ταιριάζουν στην οδήγησή του, χωρίς όμως την επέμβαση των ηλεκτρονικών. Και εδώ συναντάμε τρία έτοιμα setup (M1, M2, M3) αλλά και τη δυνατότητα να δημιουργήσεις το δικό σου σύμφωνα με τις ανάγκες σου, όπως σε μια παραδοσιακή ανάρτηση. Απλώς όλα γίνονται χωρίς εργαλεία, πιο εύκολα και φυσικά πολύ πιο γρήγορα, κάτι ιδιαίτερα χρήσιμο σε μια μοτοσυκλέτα που προορίζεται για τον δρόμο και την πίστα μιας και δεν χρειάζεται να είσαι με ένα κατσαβίδι στο χέρι για να χαίρεσαι τη μοτοσυκλέτα και στα δύο τερέν.
Όπως και στην προηγούμενη γενιά, η βασική έκδοση εξοπλίζεται με πιο συμβατικές λύσεις. Συναντάμε πλήρως ρυθμιζόμενο ανεστραμμένο πιρούνι 43χιλ και επίσης ρυθμιζόμενο αμορτισέρ της Sachs, ενώ δεν λείπει το σταμπιλιζατέρ της ίδιας εταιρίας μιας και είναι απαραίτητο σε όλες τις μοτοσυκλέτες επιδόσεων. Καμία διαφορά δεν συναντάμε στα φρένα καθώς για ακόμη μια φορά έχει αναλάβει η Brembo με ένα κορυφαίο πακέτο που αποτελείται από τετραπίστονες ακτινικές δαγκάνες Μ50, δίσκους 330χιλ και ακτινική τρόμπα μπροστά, σε συνδυασμό με διπίστονη δαγκάνα και δίσκο 220χιλ πίσω. Όλα τα σωληνάκια είναι υψηλής πίεσης, ενώ το cornering ABS 9.1MP της Bosch διαθέτει 3 επίπεδα λειτουργίας και δυνατότητα περιορισμού ανύψωσης του πίσω τροχού, φροντίζοντας για την ασφαλή πέδηση σε όλες τις συνθήκες.
Καθώς η Factory προορίζεται περισσότερο για την πίστα, φορά σφυρήλατες ζάντες αλουμινίου αλλά και τα πιο σπορ ελαστικά Pirelli Diablo Supercorsa με πιο φαρδιά διάσταση για το πίσω (200/55-17). Η βασική έκδοση εξοπλίζεται με τα Diablo Rosso III τα οποία προσανατολίζονται περισσότερο προς τον δρόμο, με το πίσω ελαστικό να είναι ελαφρώς στενότερο με διάσταση 190/55-17.
Οδηγώντας
Απλή έκδοση: Sport χαρακτήρας, με… υποχωρήσεις!
Εάν έχεις οδηγήσει τις προηγούμενες γενιές Tuono είσαι προϊδεασμένος θετικά πριν ακόμα ανέβεις στη σέλα της μοτοσυκλέτας και η νέα εμφάνιση αυξάνει περισσότερο τις υψηλές σου προσδοκίες. Η πρώτη επαφή έγινε με τη βασική έκδοση που μπορεί να μην εντυπωσιάζει με αγωνιστικά χρώματα, σε εκπλήσσει όμως ευχάριστα όταν συνειδητοποιείς ότι μπορείς να κυκλοφορείς σχετικά άνετα με ένα Tuono ακόμη και στην κίνηση της πόλης. Αυτή η μικρή διαφορά στο ύψος του τιμονιού κάνει δουλειά και το καταλαβαίνεις καλύτερα στην πολύωρη χρήση, ενώ χάρη στο πιο μαλακό σετάρισμα των αναρτήσεων οι κακοτεχνίες των δρόμων φιλτράρονται, με αποτέλεσμα να θες να περνάς όλη μέρα μαζί του. Βέβαια παρότι η στενή σιλουέτα του επιτρέπει να κινείται με ευκολία ανάμεσα στα αυτοκίνητα το Tuono δεν φτιάχτηκε για αυτό. Ο V4 κινητήρας μπορεί να είναι ελαστικός, δεν συμπαθεί όμως ιδιαίτερα τις πολύ χαμηλές στροφές και το τιμόνι συνεχίζει να μην κόβει καθόλου, οπότε δεν χρειάζεσαι και πολύ για να καταλάβεις ότι μια σπορ μοτοσυκλέτα 1100 κυβικών με μέση κατανάλωση κοντά στα 8λτ/100χλμ δεν κατασκευάστηκε για καθημερινό commuting και για καφετέριες, ειδικά στην έκδοση Factory…
Όταν λοιπόν βγεις από την πυκνή κίνηση θα αρχίσεις να καταλαβαίνεις ακόμη περισσότερο τις αρετές του, οι οποίες πραγματικά δεν σταματούν να ξεδιπλώνονται μπροστά σου. Ανοίγοντας το γκάζι, η γλυκιά απόκριση στο δεξί γκριπ μαρτυρά για ακόμη μια φορά τη δουλειά που έχουν κάνει οι μηχανικοί της Aprillia στη διαχείριση των 175 ίππων, καθώς έρχονται όσο άμεσα εσύ επιθυμείς χωρίς απότομα ξεσπάσματα. Η ροπή είναι πανταχού παρούσα κάνοντας τις σούζες με 3η και 4η παιχνίδι, ενώ ο ήχος σε κάνει να απορείς αν η ιταλική εταιρία ¨λάδωσε¨ για να περάσει τις προδιαγραφές Euro 5. Πραγματικά είναι απόλαυση να ακούς τη χαρακτηριστική βραχνάδα του V4, τόσο όταν γουργουρίζει στο ρελαντί όσο και στα κόκκινα, την ώρα που το κοντέρ ανεβαίνει ακατάπαυστα μέχρι τα 270+ χλμ/ώρα τελικής. Σε ταχύτητες πάνω από τα 150χλμ/ώρα και στον αυτοκινητόδρομο φαίνεται η χρησιμότητα της ψηλότερης ζελατίνας δίνοντας πιο τουριστικό χαρακτήρα στη βασική έκδοση, όμως όταν θες να κυνηγάς την τελική θα προτιμήσεις το Factory. Η κοντύτερη ζελατίνα του μπορεί να μη σε καλύπτει επαρκώς όταν οδηγείς σε πιο όρθια στάση, όμως σκύβοντας, δεν σου περιορίζει την όραση, αφού σου επιτρέπει να βλέπεις καθαρά το δρόμο από πάνω της. Κάτι αναγκαίο, μιας και όταν οδηγείς το Tuono τα πάντα έρχονται προς το μέρος σου πιο γρήγορα από ό,τι συνήθως…
Είναι πραγματικά δύσκολο να του αντισταθείς χωρίς να το ¨στύβεις¨ σε κάθε ευκαιρία, σε κάνει να νιώθεις ότι έχει κατασκευαστεί μόνο για αυτό. Δεν έχει καμία σημασία αν οδηγείς τη βασική έκδοση. Το ελαφρώς ψηλότερο τιμόνι, η μεγαλύτερη ζελατίνα και η πίσω σέλα με τις χειρολαβές δεν στερούν τίποτα από την οδηγική απόλαυση. Αν κάτι σε ενοχλήσει σε γρήγορο ρυθμό είναι τα μαρσπιέ του συνεπιβάτη που ορισμένες φορές βρίσκουν στο πόδι σου καθώς έχουν τοποθετηθεί αρκετά χαμηλά όμως αυτό αλλάζει εύκολα, τοποθετώντας τα αντίστοιχα του Factory μιας και ο συνεπιβάτης θα είναι το τελευταίο που θα σκεφτείς όταν βρεθείς με το Tuono σε δρόμο με στροφές.
Παρά τη μαλακότερη ρύθμιση των αναρτήσεων, η κοφτερή συμπεριφορά του συνόλου παραμένει στο ακέραιο. Πλαγιάζει εύκολα, κρατά τη γραμμή που έχεις επιλέξει μένοντας σταθερό σε οποιαδήποτε κλίση, ενώ στην έξοδο διακτινίζεται εκμεταλλευόμενο τη ροπή του V4 αλλά και τα κορυφαία ηλεκτρονικά που πλέον έχουν ευκολότερο έργο. Όχι μόνο γιατί το λογισμικό τους εξελίχθηκε, αλλά γιατί το νέο ψαλίδι κάνει δουλειά, συμβάλλοντας με τον τρόπο του στην πληροφόρηση του πίσω μέρους το οποίο πλέον είναι ακόμη πιο σταθερό όταν ανοίγεις γερά το γκάζι στις εξόδους. Η βασική έκδοση λοιπόν δεν παύει να είναι ένα όπλο, είναι όμως φιλικό για να μη βγάζεις από το πρόγραμμά σου ένα ταξίδι αστραπή που θα προκύψει. Δεν χρειάζεται να είσαι αγωνιζόμενος για να το απολαύσεις, αφού οι τόσες δυνατότητες παραμετροποίησης σε τρόπο απόδοσης και ηλεκτρονικά, το κάνουν να έρχεται στο επίπεδό σου. Το μόνο που χρειάζεται είναι να γνωρίζεις εσύ ποιο είναι αυτό και να αφήσεις το Tuono να σε κάνει καλύτερο οδηγό.
Factory: Το ¨όπλο¨ για την πίστα και τους απαιτητικούς
Τι γίνεται όμως όταν ζητάς τις απόλυτες επιδόσεις; Εκεί έρχεται η έκδοση Factory η οποία έχει ακριβώς ό,τι χρειάζεται για να κάνεις χρόνους εφάμιλλους με suberbike στην πίστα, χωρίς όμως τα άβολα κλιπ ον που κουράζουν στο δρόμο. Από την προηγούμενη γενιά της, η κορυφαία Naked της Aprilia εφοδιάζεται με ημιενεργητικές αναρτήσεις της Ohlins, οπότε το νέο μοντέλο συνεχίζει στον ίδιο δρόμο (και καλά κάνει) αφού αν στην εξίσωση προσθέσουμε και το στιβαρό πλαίσιο (το οποίο όμως είναι όσο ενδοτικό χρειάζεται για να μην ψάχνεις μόνο κομμάτια με τέλεια ασφαλτόστρωση για να πας μια γρήγορη βόλτα), το Factory μας αποδεικνύει ότι ξέρει τη συνταγή της επιτυχίας. Για να το ανακαλύψεις απλώς επιλέγεις από το μενού τη ρύθμιση των αναρτήσεων που ταιριάζει στο οδηγικό σου στυλ.
Για τον δημόσιο δρόμο το Α2 είναι ιδανικό, καθώς στην πόλη αποσβένει τις κακοτεχνίες χωρίς να σου κόβεται η μέση, ενώ σε δρόμο με στροφές παρέχει την πληροφόρηση που θες όταν κινείσαι γρήγορα. Αν οι συνθήκες το επιτρέπουν και θες ακόμη πιο σπορ συμπεριφορά απλώς επιλέγεις το A1 (ακόμα και στο εργοστασιακό setup είναι κατάλληλο και για την πίστα -αν δεν προτιμάς την ημιενεργητική λειτουργία επιλέγεις το Μ1-) και αμέσως νιώθεις το Tuono να γίνεται ακόμη πιο άμεσο, όπως μια πραγματική αγωνιστική κατασκευή. Φρενάρεις στο όριο εκμεταλλευόμενος τη δύναμη και την αίσθηση των Brembo, επιλέγεις τη γραμμή σου και μετά απολαμβάνεις το τέλειο στήσιμο που σε γεμίζει εμπιστοσύνη και φυσικά τον V4 ο οποίος σε κάθε έξοδο σε κάνει να χαμογελάς. Είτε βγαίνοντας σουζάροντας από κάθε στροφή, είτε κυνηγώντας το τελευταίο δέκατο, αφού τα ηλεκτρονικά λειτουργούν εξαιρετικά, επιτρέποντάς σου να εκμεταλλεύεσαι στο έπακρο και τους 175 ίππους, με τα ελαστικά Diablo Supercorsa να παρέχουν πρόσφυση υπό οποιαδήποτε γωνία ολοκληρώνοντας με τον καλύτερο τρόπο το σύνολο. Ένα σύνολο τόσο ολοκληρωμένο, που αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι το όνομα Tuono V4 θα συνεχίσει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την κορυφή της κατηγορίας.
Η άποψη μας
Όσο και αν ακούγεται δύσκολο, η Aprilia κατάφερε και πάλι να βελτιώσει ακόμη περισσότερο το Tuono V4. Η βασική έκδοση θα καλύψει το 99% των αναβατών σε όλους τους τομείς, όμως το Factory έχει αυτό το κάτι παραπάνω που σε βάζει σε σκέψεις πριν την τελική επιλογή. Αν είσαι λάτρης της πίστας και της πραγματικά γρήγορης οδήγησης τα 2.600 ευρώ που κοστίζει περισσότερο σίγουρα θα πιάσουν τόπο. Αν όχι, δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην προτιμήσεις τη βασική έκδοση, καθώς παρότι δεν έχει το φανταχτερό χρυσό των Ohlins, έχει όλα τα στοιχεία που κάνουν το Tuono V4 απολαυστικό σε κάθε διαδρομή.
Aprilia Tuono V4 Τεχνικά χαρακτηριστικά
Κινητήρας | ||||
Τύπος | 4Τ, V4 65 μοιρών, Υ/Ψ | |||
Κυβισμός (κ.εκ.) | 1.077 | |||
Διάμετρος Χ Διαδρομή (χλστ.) | 81 Χ 52,3 | |||
Συμπίεση (:1) | 13,1 | |||
Ισχύς (ίπποι / σ.α.λ.) | 175/11.350 | |||
Ροπή (kg-m/σ.α.λ.) | 12,3/9.000 | |||
Τροφοδοσία | Ηλ. Ψεκασμός | |||
Χωρητικότητα Ρεζερβουάρ (λίτρα) | 17,9 | |||
Κατανάλωση λίτρα/100χλμ | 7,7 | |||
Πλαίσιο – Αναρτήσεις – Φρένα | ||||
Τύπος | Αλουμινένιο δύο δοκών | |||
Αναρτήσεις Ε / Ρυθμίσεις | Ανεστραμ. πιρούνι Sahcs / Ohlins NIX | |||
Διαδρομή (χλστ.) | 117 /120 | |||
Αναρτήσεις Π / Ρυθμίσεις | Μονό αμορτισέρ Sachs / Ohlins TTX | |||
Διαδρομή (χλστ.) | 129 / 130 | |||
Φρένα Ε (χλστ.) | 2Δ/330, 4Ε, ABS | |||
Φρένα Π (χλστ.) | Δ/220, 2Ε, ABS | |||
Τροχοί – Ελαστικά | ||||
Ελαστικό Ε | 120/70-17 | |||
Ελαστικό Π | 190/55-17 (200/55-17 Factory) | |||
Διαστάσεις / Βάρος | ||||
Μήκος (χλστ.) | 2070 | |||
Πλάτος (χλστ.) | 810 | |||
Μεταξόνιο (χλστ.) | 1.450 | |||
΄Ύψος σέλας (χλστ.) | 825 | |||
Βάρος στεγνό (κιλά) | 185 | |||
Εξοπλισμός | ||||
ABS / Ρυθμ. | Ν/Ν | |||
Τraction Control / Ρυθμ. | Ν/Ν | |||
Στροφόμετρο | Ν | |||
Immobilizer | Ν | |||
Yπολογιστής ταξιδιού | Ν | |||
Μερικός χιλιομετρητής | Ν | |||
Ένδειξη βενζίνης | Ο | |||
Δείκτης θερμοκρασίας | Ν | |||
Θερμοκρασία περιβάλλοντος | Ο | |||
Ζελατίνα / Ρυθμ. | N/Ο | |||
Ρυθμιζόμενες μανέτες Σ/Φ | Ν | |||
Πλάγιο σταντ | Ν | |||
Κεντρικό σταντ | Ο | |||
Ρυθμιζόμενες αναρτήσεις Ε/Π | Ν/Ν |
Πηγή: mototriti.gr