Μέχρι το 2030, το 57% των παμπ και κλαμπ του Λονδίνου αναμένεται να έχει κλείσει, σύμφωνα με νέα έρευνα που καταγράφει τη ραγδαία παρακμή της νυχτερινής ζωής στην πόλη.
Μπορεί να είναι δύσκολο να φανταστούμε ένα Λονδίνο χωρίς την παρήγορη θαλπωρή μιας παμπ σε κάθε γωνιά και τον υπόκωφο παλμό ενός κλαμπ να διαπερνά τα πεζοδρόμια του Σόχο, όμως η πρόβλεψη του Capital on Tap κάνει ακριβώς αυτό: μας προσγειώνει σ’ ένα μέλλον όπου το 57% των παμπ και κλαμπ της πόλης θα έχει βάλει λουκέτο μέχρι το 2030.
Η σχετική έκθεση, με τον ποιητικά ειρωνικό τίτλο The UK’s Nightlife Report, βασίζεται σε δεδομένα που καλύπτουν τον ρυθμό των λουκέτων μεταξύ 2022 και 2025, τις τοπικές αναζητήσεις για χώρους νυχτερινής εξόδου, και την αναλογία των ήδη υπαρχόντων venues ανά κάτοικο. Τι σημαίνει αυτό και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Μια πρόβλεψη που μοιάζει λιγότερο με μελέτη και περισσότερο με επικήδειο: Από τα 8.457 venues που καταγράφηκαν στο Λονδίνο, μόνο 3.617 αναμένεται να επιβιώσουν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας.
Κι όμως, το Λονδίνο δεν είναι καν το χειρότερο παράδειγμα. Παρά τη σχετικά “ήπια” πτώση της τάξης του 17.79% από το 2022, η πυκνότητα χώρων διασκέδασης ανά κάτοικο είναι ήδη χαμηλή: Μόλις 1.5 νυχτερινό κέντρο και 9.7 παμπ ανά 10.000 ανθρώπους. Ίσως τελικά οι Λονδρέζοι να προτιμούν τη σιωπή ή απλώς, μπορεί και να μην έχουν λεφτά για δεύτερο ποτό.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, άλλες πόλεις φαίνεται να πορεύονται με ακόμη πιο αυτοκαταστροφικούς ρυθμούς: το Μπρίστολ αναμένεται να αποχαιρετήσει το 61.33% των venues του, το Μπράιτον το 64.06% και το Λιντς το 65.14%. Το Λέστερ, σε μια επίδοση που θα ζήλευε ακόμα και ταινία καταστροφής του Netflix, προβλέπεται να χάσει το 65.85% των χώρων διασκέδασης του μέχρι το 2030. Η βραδινή έξοδος εκεί μάλλον θα περιοριστεί σε κάποιο αυτοσχέδιο ηχείο σε παγκάκι.
Μέσα σε αυτό το σκοτεινό τοπίο, το Μάντσεστερ μοιάζει με φωτεινή εξαίρεσ ή τέλος πάντων, με πόλη που δεν έχει ακόμα εγκαταλείψει την τέχνη του να ζει τη νύχτα. Παρά μια κάμψη της τάξης του 13.03% από το 2022, η πόλη εμφανίζει τον υψηλότερο όγκο διαδικτυακών αναζητήσεων για παμπ και κλαμπ: 63.810 μηνιαίως, ήτοι 1.613 ανά 10.000 κατοίκους. Τι λέει αυτό; Ίσως απλώς ότι οι Μαντσεστριανοί ψάχνουν απελπισμένα πού να πάνε ή ότι αρνούνται να παραδώσουν τη νύχτα στις σκιές της σιωπής.
Το ερώτημα που παραμένει, φυσικά, δεν είναι αν πεθαίνει η νυχτερινή ζωή. Είναι αν έχουμε σταματήσει να τη χρειαζόμαστε. Γιατί, αν αναλογιστεί κανείς το σκηνικό της Αθήνας όλα δείχνουν πως και εδώ κάτι αλλάζει. Οι άδειες γίνονται πιο σφιχτές, τα ενοίκια πιο ασφυκτικά, οι καταγγελίες για «ηχορύπανση» πιο συστηματικές και τα Εξάρχεια δεν θα μπορούν να φιλοξενούν πια συναυλίες. Τα στέκια μετακινούνται, εξαντλούνται, γίνονται αναμνήσεις σε ένα ατέρμονο feed και τελικά το «βράδυ» μοιάζει όλο και περισσότερο με μια μικρή προέκταση του ημερήσιου lifestyle. Ναι, το ξέρουμε η νυχτερινή ζωή της Αθήνας δεν θα πεθάνει τόσο γρήγορα· απλώς «αναδιατάσσεται». Ίσως επιβιώσει όπως πάντα: όχι χάρη στην προστασία, αλλά χάρη στην αντοχή.
Πηγή: avopolis.gr